ΤΟΜΟΓΡΑΦΙΑ ΕΚΠΟΜΠΗΣ ΠΟΖΙΤΡΟΝΙΩΝ (PET SCAN) ΓΙΑ ΜΗ ΘΥΡΕΟΕΙΔΙΚΕΣ ΚΑΚΟΗΘΕΙΣ
ΠΑΘΗΣΕΙΣ - ΠΟΣΟ ΣΥΧΝΑ ΑΝΙΧΝΕΥΟΝΤΑΙ ΟΖΟΙ ΘΥΡΕΟΕΙΔΟΥΣ ΣΑΝ ΤΥΧΑΙΟ ΕΥΡΗΜΑ; ΤΙ
ΣΗΜΑΙΝΕΙ ΑΥΤΟ ΣΤΗΝ ΠΡΑΞΗ;
H τομογραφία εμπομπής ποζιτρονίων (PET scan) χρησιμοποιείται όλο και
πιο συχνά στην ογκολογία, τόσο για τη σταδιοποίηση των κακοήθων νεοπλασμάτων
όσο και για την παρακολούθηση των ασθενών μετά την αρχική θεραπευτική τους αντιμετώπιση.
Η μέθοδος βασίζεται σε διαφορετικές αρχές σε σχέση με τις λοιπές μεθόδους ‘ανατομικής’
απεικόνισης (όπως είναι η αξονική [CT] και η μαγνητική τομογραφία [MRI]), καθώς χρησιμοποιούνται
ραδιοσεσημασμένα μόρια (ραδιοφάρμακα), συνήθως η FDG (σεσημασμένη με ραδιενεργό φθόριο [F-18] φλουοροδεοξυγλυκόζη). Χορηγούμενη
η FDG ακολουθεί
το μεταβολικό μονοπάτι της γλυκόζης. Η γενική αρχή της χρήσης της FDG στους
ογκολογικούς ασθενείς βασίζεται στο γεγονός ότι τα καρκινικά (νεοπλασματικά)
κύτταρα προσλαμβάνουν και μεταβολίζουν το ραδιοφάρμακο σε μεγαλύτερο βαθμό σε
σχέση με τους πέριξ υγιείς ιστούς. Υπάρχει έτσι η δυνατότητα ‘λειτουργικής’
(βιολογικής/μεταβολικής) απεικόνισης. Παρά το ότι η διακριτική ικανότητα του PET scan είναι
μικρότερη σε σχέση με την CT (ή/και την MRI),
το ραδιοφάρμακο που χρησιμοποιείται στο ΡΕΤ scan προσλαμβάνεται εκλεκτικά από τους περισσότερο
μεταβολικά ενεργούς ιστούς (όπως είναι οι καρκινικοί ιστοί, όπου τα κύτταρα
πολλαπλασιάζονται με ταχύτερο ρυθμό). Το γεγονός αυτό εξηγεί γιατί η συχνότητα
κακοήθειας σε όζους θυρεοειδούς που ανακαλύπτονται τυχαία σε PET scans που
γίνονται για άλλες μη θυρεοειδικές κακοήθεις παθήσεις είναι αρκετά μεγαλύτερη
σε σύγκριση με τη συχνότητα κακοήθειας σε όζους που ανακαλύπτονται τυχαία σε CT ή MRI. Σε μία πρόσφατη μεγάλη
μελέτη με περισσότερους από 55.000 ασθενείς που υποβλήθηκαν σε PET scan για διάφορες μη
θυρεοειδικές κακοήθειες, απεικονίσθηκαν τυχαία στο ΡΕΤ scan όζοι
θυρεοειδούς σε ποσοστό μόλις 1 % των ασθενών (σε σχέση με 10-12 % με την CT), εντούτοις όμως το ένα
τρίτο των όζων αυτών (33 %) ήταν κακοήθεις (συνηθέστατα επρόκειτο για θηλώδες
καρκίνωμα θυρεοειδούς, 82 %). Είναι ενδιαφέρον ότι αρκετοί από τους ασθενείς αυτούς
είχαν υποβληθεί σε ακτινοθεραπεία στα πλαίσια της αντιμετώπισης της μη
θυρεοειδικής κακοήθους πάθησής τους. H σχετική πρόσληψη του ραδιοφαρμάκου από
την απεικονιζόμενη βλάβη [τιμή SUV (*)] είναι μία σημαντική παράμετρος που θα πρέπει να λαμβάνεται
υπόψη. Όσο μεγαλύτερη η SUV
τόσο μεγαλύτερη η πιθανότητα να υποκρύπτεται κακοήθεια, χωρίς εντούτοις να
υπάρχει κάποιο συγκεκριμένο όριο (‘κατώφλι’) που να μπορεί να χρησιμοποιηθεί
για τη διαφοροδιάγνωση του καλοήθους από τον κακοήθη όζο. Επίσης, το τρόπος
καθήλωσης του ραδιοφαρμάκου έχει σημασία: η διάχυτη πρόσληψή του από το
θυρεοειδικό ιστό είναι ενδεικτική καλοήθους νόσου, ενώ αντίθετα η εστιακή
καθήλωσή του στο θυρεοειδή συνδυάζεται με την ύπαρξη καρκίνου θυρεοειδούς
(κακοήθους όζου) σε υψηλό ποσοστό των ασθενών (30 – 50 %). Δεν υπάρχουν κλινικά
χαρακτηριστικά (όπως ηλικία, φύλο, μέγεθος βλάβης) που να μπορούν να
χρησιμοποιηθούν για την αξιόπιστη αξιολόγηση της πιθανότητας ύπαρξης καρκίνου
σε έναν όζο θυρεοειδούς που ανακαλύπτεται τυχαία σε PET scan.
Συγκέντρωση
ραδιενέργειας (Bq/gr ιστού)

Χορηγηθείσα δόση (Bq/ βάρος σώματος [gr])
Σημειώνεται τέλος ότι υπάρχει η δυνατότητα συνδυασμού ΡΕΤ
και CT
(ΡΕΤ/CT scan)
που προσφέρει τη δυνατότητα μορφολογικής και ταυτόχρονα λειτουργικής
(βιολογικής/μεταβολικής) χαρτογράφησης σε μία μόνο εξέταση, με δυνατότητα σύνθεσης
εικόνων σε τρία επίπεδα με μεγάλη διακριτική ικανότητα. Η μέθοδος PET/CT συνδυάζει τα σημαντικά πλεονεκτήματα
των δύο μεθόδων απεικόνισης.
Σχόλια
Δημοσίευση σχολίου