ΑΠΟΤΥΧΙΑ ΤΗΣ ΕΠΑΝΕΠΕΜΒΑΣΗΣ ΓΙΑ ΤΗΝ ΑΝΤΙΜΕΤΩΠΙΣΗ ΥΠΟΤΡΟΠΙΑΖΟΝΤΟΣ/ΕΠΙΜΕΝΟΝΤΟΣ
ΠΡΩΤΟΠΑΘΟΥΣ ΥΠΕΡΠΑΡΑΘΥΡΕΟΕΙΔΙΣΜΟΥ
Η ανεπιτυχής επανεπέμβαση για την αντιμετώπιση του
επιμένοντος/υποτροπιάζοντος πρωτοπαθούς υπερπαραθυρεοειδισμού (R-P PHPT) αποτελεί μία από τις πλέον
δυσάρεστες για τον χειρουργό αλλά και για τον/την ασθενή. Για την
ελαχιστοποίηση της πιθανότητας αποτυχίας της επανεπέμβασης απαιτείται μεγάλη
εμπειρία στην ενδοκρινική χειρουργική από την πλευρά του χειρουργού που θα επιχειρήσει
την επανεπέμβαση. Πράγματι, όταν υπάρχει μεγάλη εμπειρία στην ενδοκρινική
χειρουργική το ποσοστό αποτυχίας είναι αρκετά μικρό (< 5 %), παρά τις τεχνικές
δυσκολίες των επανεπεμβάσεων αυτών, αυξάνεται όμως δραματικά όταν δεν υπάρχει η
εμπειρία αυτή. Η αποτυχία στις περιπτώσεις αυτές οφείλεται στην ύπαρξη έκτοπου
ή/και υπεράριθμου παραθυρεοειδούς, που μπορεί να εντοπίζεται στο μεσοθωράκιο
και που δεν έχει αναγνωριστεί κατά τη διάρκεια του προεγχειρητικού ελέγχου.
Πριν επιχειρηθεί η νέα χειρουργική επέμβαση θα πρέπει να
καταβάλλεται κάθε δυνατή προσπάθεια για τον ακριβή προεγχειρητικό εντοπισμού
του υπερλειτουργούντος παραθυρεοειδικού παρεγχύματος, χρησιμοποιώντας κατά
προτίμηση μη επεμβατικές τεχνικές, όπως τυπικά σπινθηρογράφημα παραθυρεοειδών (Tc99m – sestamibi scan), αξονική τομογραφία
(κατά προτίμηση 4-dimensional-CT), μαγνητική τομογραφία (ΜRI), SPECT κλπ.). Οι
απεικονιστές που θα επιχειρήσουν τον προεγχειρητικό εντοπισμό θα πρέπει επίσης να
διαθέτουν την ανάλογη εμπειρία. Σε κάποιες σπάνιες περιπτώσεις μπορεί να
χρειαστεί να εφαρμοστούν και οι επεμβατικές μέθοδοι προεγχειρητικού εντοπισμού
(αρτηριογραφία, εκλεκτική λήψη φλεβικού αίματος από επιλεγμένους φλεβικούς
κλάδους για μέτρηση παραθορμόνης).
Θα πρέπει να τονιστεί και πάλι ότι τα περιστατικά αυτά είναι
πολύπλοκα και η αντιμετώπισή τους θα πρέπει να επιχειρείται από χειρουργούς με
μεγάλη εμπειρία στην ενδοκρινική χειρουργική, προκειμένου να αποφευχθεί η
πιθανότητα μιας επιπλέον αποτυχημένης χειρουργικής επέμβασης.
Σχόλια
Δημοσίευση σχολίου